Διάβασα την είδηση με αφορμή την κρίση του κορονοϊού. Στην Κίνα έκτισαν νοσοκομείο 1000 κλινών μέσα σε 48 ώρες προκειμένου να αντιμετωπίσουν την πρωτοφανή κατάσταση. Αργότερα ένα video έκανε την εμφάνιση του όπου έδειχνε αυτό που μοιάζει ως σύγχρονο θαύμα. Συνολικά με βάση τα δημοσιεύματα δύο νοσοκομεία, ένα 1000 κλινών κι ένα 1300 κλινών δημιούργησαν οι Κινέζοι μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές.
Θαύμα ή όχι, προκάτ ή όχι είναι μια σύγχρονη πραγματικότητα. Μια υπερδύναμη διαθέτει την ικανότητα να χτίζει σε μερικές μέρες νοσοκομείο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα που αναγράφεται είναι ότι στην Ελλάδα αντίστοιχα «ο θεμέλιος λίθος για το νοσοκομείο “Αττικόν” στο Χαϊδάρι ετέθη το 1995 και το νοσοκομείο λειτούργησε πλήρως έπειτα από 12 χρόνια».
Στην άμεση αντίδραση σας ότι συγκρίνω δύο εντελώς διαφορετικές χώρες, κουλτούρες, συστήματα έχω να αναφέρω μια λέξη… «παγκοσμιοποίηση». Όσοι από εμάς επιθυμούμε να έχουμε ευκαιρίες προόδου για μας και τα παιδιά μας οφείλουμε να σκεφτόμαστε ότι η σύγκριση δεν γίνεται μέσα στην Ελλάδα. Η σύγκριση γίνεται με τον κόσμο και τους πολίτες όλου του κόσμου. Αυτή είναι η αρχική παραδοχή που πρέπει να κάνουμε και μετά να δούμε -με βάση αυτή ακριβώς την παραδοχή- πως κινούμαστε.
Με αυτή την παραδοχή μετά από δέκα χρόνια κρίσης και έχοντας ακόμα πολλά θέματα να λύσουμε έχει τεράστια σημασία να καταλήξουμε στο πως θα πορευτούμε. Οι κραυγές αγωνίας φαίνεται να έχουν πέσει στο βωμό της επικοινωνίας και η ανάγκη ρηξικέλευθων και καινοτόμων ιδεών έχει μακράν ηττηθεί από την ανάγκη διατήρησης μιας μετεκλογικής ευφορίας.
Κι ενώ οι δημοσκοπήσεις δείχνουν το λογικό της συντριπτικής επικράτησης της ΝΔ η αγωνία των υπουργών και των υφυπουργών μπροστά στην αξιολόγηση και η διασπορά αρνητικών ειδήσεων από όσους περίμεναν μιας μορφής αξιοποίησης και δεν την έλαβαν, έχει δημιουργήσει ένα επικοινωνιακό χάος παρότι στο όνομα της πολιτικής επικοινωνίας σφάζονται παλικάρια.
Στελέχη της Κυβέρνησης ανακοινώνουν περίτρανα συμφωνίες με οργανισμούς ψηφιακής επανάστασης ως αν να πρόκειται για επίτευγμα ανάλογο των Κινέζων και της ανέγερσης των νοσοκομείων τους (όταν διαθέτουμε Έλληνες που δουλεύουν σε υψηλότατες θέσεις σε αυτούς τους οργανισμούς και μια τηλεφωνική επικοινωνία μαζί τους θα είχε περισσότερη αξία) ενώ παλινδρομήσεις σε σημαντικούς τομείς βαφτίζονται ως αστοχία των προηγούμενων κυβερνήσεων. Λες κι οι πολίτες ψήφισαν την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και δεν την καταδίκασαν δύο φορές μέσα σε δύο μήνες.
Εκνευρίστηκαν, επίσης, τα κυβερνητικά στελέχη για το γεγονός ότι ο κ. Πολάκης έκανε δήλωση για την Μόρια και τα προβλήματα που υπάρχουν στο προσφυγικό – μεταναστευτικό ή ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έβγαλε ανακοίνωση και προσπαθεί να εκμεταλλευτεί πολιτικά την απόφαση για την πρώτη κατοικία. Κι ακολούθησε μετά μια πλειάδα καλοθελητών στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης που έλεγε τι σημαντικό είναι για το τραπεζικό μας σύστημα να λυθεί το θέμα και να ισχύσει η μη προστασία της πρώτης κατοικίας. Στη χώρα που γνώρισε τη μεγαλύτερη κρίση όλων των εποχών που υπήρξε σε οποιαδήποτε αναπτυγμένη δυτική χώρα. Ανήκουστο αν δεν ήταν πραγματικό και δείγμα της σκληρότητας που έχει οδηγηθεί η κοινωνία μας. Αλλά και ανήκουστη η πολιτική αντίδραση. Λες και τα πολιτικά στελέχη της σημερινής Κυβέρνησης δεν ήξεραν ότι αυτό θα το έβλεπαν μπροστά τους, λες και δεν ήταν έτοιμοι να αντιμετωπίσουν μια τέτοια πολιτική αντιπαράθεση. Όταν εδώ και χρόνια πολλοί συζητούσαμε ότι η τακτική «τενεκεδάκι» ήταν η αγαπημένη της προηγούμενης Κυβέρνησης, όταν πολλοί πιστεύαμε ότι τα προβλήματα θα τα βρούμε μπροστά μας, όταν πολλοί μιλούσαμε για την επιτακτική ανάγκη άμεσων καινοτόμων ει δυνατόν λύσεων.
Η παιδικότητα πρέπει να σταματήσει εδώ. Η ανάγκη των πράξεων είναι άμεση. Η ψυχολογία της Αγοράς διατηρείται ακόμα στα ύψη, η ελπίδα υπάρχει στις καρδιές και τα χείλη των Ελλήνων αλλά όσο οι πολίτες δεν γίνονται κοινωνοί της προσπάθειας της Κυβέρνησης τόσο θα δυσκολεύει η κατάσταση για την Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.
To λογικό σενάριο είναι ότι η Κυβέρνηση έχει ένα παράθυρο ευκαιρίας δύο ετών. Το 2020 και το 2021. Αλλά το σωστό είναι ότι η χώρα έχει ένα παράθυρο ευκαιρίας δυο ετών.
Αν κανείς μείνει στο πολιτικό σκηνικό είναι οφθαλμοφανές ότι η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ θα απλωθεί μετά το 2021. Ότι τώρα βρίσκεται σε παρατεταμένη ραστώνη. Η όποια αντιπολίτευση γίνεται μεμονωμένα και συνήθως από τους ίδιους συνήθεις υπόπτους και με τη λογική που πορεύτηκαν την περίοδο 2010 – 2019. Άρα μικρή σημασία έχουν οι θέσεις τους ή οι φωνές τους διότι δεν φθάνουν ακόμα στην πλειοψηφία των πολιτών.
Αν, ωστόσο, δώσουμε όλοι μαζί τη δέουσα σημασία στη χώρα συνειδητοποιώντας ότι η χώρα έχει ένα μοναδικό παράθυρο ευκαιρίας θα οδηγηθεί άμεσα στο συμπέρασμα ότι σ’ αυτή πρέπει να πέσει το βάρος όλων και πρωτίστως του Κυριάκου Μητσοτάκη. Καλά τα σχέδια, καλύτερος ο προγραμματισμός αλλά όσο η σημερινή Κυβέρνηση αυτοπεριορίζεται με επικοινωνιακούς όρους, όσο δεν παράγεται απτό, μετρήσιμο έργο κι όσο το αποτέλεσμα δεν φθάνει στους πολίτες τόσο το δικό μας θαύμα θα είναι μακριά. Και δεν έχουμε ως χώρα ούτε λεπτό για χάσιμο, όχι ώρα ή μέρα.