Οι σημερινές εκλογές έχουν χαρακτηριστεί ως οι πλέον σημαντικές στην ιστορία των ΗΠΑ. Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει διχασμός και ένταση στην Αμερική. Ωστόσο θα ήταν υπερβολή να δημιουργήσουμε φόβο κι αγωνία για την επόμενη μέρα και μην εξετάσουμε την πιθανή θετική πλευρά των πραγμάτων, ανεξάρτητα του ποιος θα είναι ο νικητής των εκλογών.
Η παγκόσμια πολιτική σκηνή δείχνει ότι ο λαϊκισμός ζει ακόμα ανάμεσα μας. Δεν έχει ηττηθεί και δεν έχει χάσει ακόμα την πυγμή του. Η Resonate, σε έρευνα της, αναφέρεται σε μια νέα γενιά Αμερικανών λαϊκιστών και την προσδιορίζει στο σημαντικό αριθμό των 42.000.000 ψηφοφόρων, δηλαδή περίπου το 19% του πληθυσμού των ΗΠΑ. Θα τους χαρακτηρίζαμε ως τον σκληρό πυρήνα των ψηφοφόρων του Προέδρου Τrump. Ο λαϊκισμός δεν αφήνει αδιάφορη την Ευρώπη και δεν είναι καθόλου τυχαία ούτε η αλλαγή ονομασίας και περιεχομένου του BrexitParty στο Ηνωμένο Βασίλειο, ούτε η επιχειρηματολογία πολλών κομμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Επειδή σε πολλές περιοχές της Ευρώπης και του κόσμου διοίκησαν ή διοικούν πολιτικοί που η αφετηρία τους κατ’ ουσία ήταν ο λαϊκισμός (Ιταλία, Ελλάδα, Βραζιλία, ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο), είναι δεδομένο ότι είτε η αποτυχία τους στη διοίκηση είτε η αλλαγή πλεύσης τους κατά τη διάρκεια της άσκησης εξουσίας πρέπει να μας κάνουν αισιόδοξους ότι ο λαϊκισμός είναι σε συνεχή πτώση.
Είναι κι ο βασικός λόγος γιατί είμαι αισιόδοξος για την επόμενη μέρα στις ΗΠΑ, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα. Για τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής αξίζει να ειπωθεί το αυτονόητο: είναι πολλές Πολιτείες. Συνεπώς είναι και αρκετά διαφορετικές μεταξύ τους. Αυτό δεν σημαίνει ωστόσο ότι δεν έχουν ασφαλιστικές δικλείδες στήριξης της Δημοκρατίας και των αποφάσεων της πλειοψηφίας.
Κι αν εμείς στην Ευρώπη μιλάμε από τις εκλογές του 2016 για την ταύτιση της θέλησης της πλειοψηφίας των πολιτών με την εκλογή του Προέδρου των ΗΠΑ, αξίζει να σημειώσει κανείς ότι παρόλο που η διαδικασία εκλογής μέσω του Κολλεγίου των Εκλεκτόρων ξεκίνησε κατ’ ουσία από το 1787 και μόνο πέντε φορές υπήρχε αναντιστοιχία στην πλειοψηφική λαϊκή ψήφο με την εκλογή του Προέδρου (1824, 1876, 1888, 2000 και 2016) σήμερα, ως διαδικασία, αμφισβητείται από περίπου 6 στους 10 Αμερικανούς.