Αγαπώ τον Παναθηναϊκό από μικρό παιδί. Ακόμα και σήμερα προσπαθώ όποτε έχει αγώνα στο ποδόσφαιρο, στο μπάσκετ ή στο βόλεϊ ό,τι κι αν κάνω ή να τον βλέπω ή να τον ακούω στο ραδιόφωνο ή να μαθαίνω πλέον από τα apps στο κινητό τι κάνει.
Αυτή την αγάπη για τον Παναθηναϊκό προσπάθησα να μεταδώσω και στο παιδί μου. Και μια φορά το χρόνο από πολύ πολύ μικρό τον πήγαινα στο γήπεδο τουλάχιστον σε ένα αγώνα τον χρόνο στα τρία παραπάνω αθλήματα. Να δει από κοντά την ομάδα. Να μάθει την ιστορία της. Να δει την ατμόσφαιρα. Να αγαπήσει τον αθλητισμό και τον πρωταθλητισμό.
Από το γήπεδο έχω χιλιάδες ιστορίες. Δεν ήμουν ποτέ της λεγόμενης θύρας 13 αλλά έχω μικρές περιπέτειες να διηγηθώ. Περιπέτειες, όμως, που οι περισσότερες φέρνουν γλυκιά ανάμνηση. Όχι φόβο ή μισαλλοδοξία. Και για τον Παναθηναϊκό συνεχίζω να γράφω. Να κάνω πλάκα σε φίλους και γνωστούς. Να αναδημοσιεύω ανακοινώσεις της ομάδας. Να στηρίζω με τον τρόπο μου τη διοίκηση διότι, κακά τα ψέματα, χωρίς αυτή θα ήμασταν Β’ Εθνική.
Κι ως γνήσιος Παναθηναϊκός είχα κάποια στιγμή στη ζωή “διαρκείας”. Σε ποδόσφαιρο και μπάσκετ. Και καλή παρέα που βρισκόμασταν τα Σάββατα ή τις Κυριακές.
Όλα αυτά τα παράτησα το μακρινό 2002. Όταν ήμουν στο γήπεδο στο Παναθηναϊκός – Ολυμπιακός. Κι είδα ανθρώπους τόσο θυμωμένους που ενώ ο ένας ήταν ιατρός κι ο άλλος δικηγόρος άρα στα δικά μου τότε νεανικά μάτια, με θεωρητικό τεκμήριο εκπαίδευσης και ωριμότητας και οι δύο πηδήξανε τα κάγκελα για να δείρουν τον Ευθυμιάδη. Τότε είπα τέρμα το διαρκείας. Τέρμα αυτό το κλίμα για μένα. Δεν ήταν μόνο τοξικό, ήταν παρακμιακό.
Κι όμως εκείνη τη χρονιά είχε αποφασιστεί το εισιτήριο διαρκείας να συνοδεύεται από τη φωτογραφία μας. Για να καταπολεμηθεί η βία. Και θυμάμαι σαν τώρα που είχα πάει στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας για να βγάλω τη φωτογραφία. Κι είχα δώσει όλα τα στοιχεία μου. Για να βλέπω την αγαπημένη μου ομάδα.
Από το 2002 μέχρι σήμερα τα πράγματα έχουν πάει πολύ πολύ χειρότερα. Και με τα μνημόνια και την πανδημία που οδήγησαν στην πιο ακραία ζουγκλοποίηση της κοινωνίας έφθασαν στο τέρμα.
O Άλκης το 2002 δεν είχε γεννηθεί. Ο Άλκης ήταν Άρης. Θα μπορούσε να ήταν Παναθηναϊκός, Ολυμπιακός, ΠΑΟΚ, ΑΕΚ, Ηρακλής. Καμία σημασία δεν έχει. Σημασία έχει ότι έχασε τη ζωή του νέος και χωρίς κανένα λόγο. Και σημασία έχει, επιτέλους, η θυσία του να μην πάει χαμένη.
Τα δικά μου λόγια εδώ δεν αλλάζουν το παραμικρό. Είναι η απάντηση στο μικρό “τι σκέφτεστε” του συγκεκριμένου μέσου κοινωνικής δικτύωσης. Και τώρα που βρήκα το χρόνο είπα να γράψω τι σκέφτομαι.
Να πω ότι για την απώλεια του Άλκη υπάρχουν ευθύνες. Που δεν περιορίζονται στον δολοφόνο του. Ακουμπάνε όλους εμάς. Όλη την κοινωνία. Που δεν καταφέραμε ό,τι κι αν είπαμε, ό,τι κι αν κάναμε να σταματήσουμε αυτόν τον κατήφορο.
Το 2002 βγάζαμε φωτογραφίες για να βγάλουμε διαρκείας. Το 2022 έχουμε φωτογραφίες στα κινητά μας και κάμερες παντού για να βγάλουμε μόνο τα μάτια μας.