Η τεχνολογία ήταν η γενεσιουργός αιτία, η ανθρώπινη φύση η λογική συνέπεια. Ο παραδοσιακός Τύπος συνάντησε τον ψηφιακό. Οι δύο έδωσαν και δίνουν σκληρή μάχη. Νικητή ακόμα δεν έχουμε. Μπορεί και να μην χρειάζεται να έχουμε.
Και στον παραδοσιακό Τύπο και τον ψηφιακό υπάρχουν «τίτλοι μέσων» που πραγματικά έχουν κερδίσει το σεβασμό της πλειοψηφίας των πολιτών. Και σε αυτούς τους τίτλους τα άρθρα γνώμης απέκτησαν την αξία που είχαν πάντα. Κι ήταν σημαντική.
Σ’ αυτό το περιβάλλον η τεχνολογία δημιούργησε και τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Το διαδικτυακό καφενείο, που ακόμα και σήμερα με τους αλγόριθμους και τους περιορισμούς προσωπικά το θεωρώ ευλογία, έδωσε μια ακόμα μεγαλύτερη δυνατότητα στην έκφραση απόψεων. Πρακτικά δημιούργησε τη δυνατότητα εκατομμυρίων καθημερινών άρθρων γνώμης. Έτσι ο καθένας από εμάς είχε κι έχει τη δυνατότητα να εκφραστεί, να «πει τι σκέφτεται» και να γράψει τη γνώμη του.
Στην Ελλάδα των απανωτών κρίσεων για μια σχεδόν δωδεκαετία αυτό ήταν δώρο μοίρας. Διότι άνθρωποι εκφράστηκαν και συνεχίζονται να εκφράζονται. Σήμερα η Ελλάδα έχει σύγχρονους ήρωες Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης, που μέσα απ’ αυτά έφθασαν από αναλυτές του πληκτρολογίου να γίνουν μέλη Κυβέρνησης. Προσωπικά κι αυτό μου αρέσει. Το θεωρώ μέρος μιας εξελικτικής διαδικασίας της ζωής.
Εκείνο που στην Ελλάδα ή δεν είχαμε πολυσκεφτεί ή δεν είχαμε υπολογίσει ή απλά έρχεται τώρα στην επιφάνεια ως μέρος μιας ωρίμανσης, είναι ότι το φαινόμενο αυτό εξελίχθηκε κατά τη διάρκεια των κρίσεων, με αποτέλεσμα η απόρροια των κρίσεων, η ακραία ζουγκλοποίηση της κοινωνίας, να μεταφερθεί στις γνώμες που εκφράζονται μέσα από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Ακραίες και στην πλειοψηφία τους τοξικές. Η μετριοπάθεια δεν λοιδορήθηκε απλώς, θεωρήθηκε μέχρι κι αδυναμία.
Έτσι σήμερα μέσα στην περίοδο των μπάνιων του λαού στον (μικρο)κόσμο των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης πραγματοποιείται το μαλλιοτράβηγμα του αιώνος. Άνθρωποι που ήταν λίγο πολύ γνωστοί για τις απόψεις τους έχουν αφοπλίσει. Διαλέγουν “εχθρό”, στοχεύουν και όποιον πάρει ο χάρος. Ανάμεσα στα πρόσωπα αυτά σοβαροί Καθηγητές Πανεπιστημίων, εκδότες, επιχειρηματίες. Λέγαμε ότι θα έρθει η επιστροφή στην κανονικότητα, αλλά λησμονήσαμε ότι η κανονικότητα έρχεται μέσα στην πιο ζουγκλοποιημένη κοινωνία που έχει συναντήσει, στη σύγχρονη ιστορία της, η χώρα. Κι αυτό έχει ως αποτέλεσμα ένα σκληρό πόλεμο με ευθείες βολές. Κοντά εκκολαπτόμενοι σύγχρονοι διανοητές που προσπαθούν να μπουν στο παιχνίδι. Γράφουν απλώς για να γράψουν, όχι επειδή έχουν να πουν πράγματι μια ιδέα ή μια άποψη. Γιατί συμβαίνει αυτό; Η βασική θεωρία λέει ότι από τη στιγμή που το πολιτικό παιχνίδι έχει έναν μοναδικό κυρίαρχο (σημείωση: με σεβασμό στο αποτέλεσμα των εκλογών πρόκειται περί ψευδαίσθησης) ήρθε η ώρα να αποκτήσει έναν κυρίαρχο το παιχνίδι των ιδεών. Ότι δίνεται η μεγάλη μάχη για την επικράτηση της μίας έναντι της άλλης ιδεολογικής προσέγγισης.
Η δική μου ταπεινή γνώμη είναι ότι λειτουργούμε στον αστερισμό των «Moυ Αρέσει» (των περιβόητων Likes). Και τα «Μου αρέσει» σε συνδυασμό με τους «φίλους» και τους «ακόλουθους» έχουν δημιουργήσει μια υπεραξία και μια -επίσης- ψευδαίσθηση δύναμης γνώμης. Πολλοί θεώρησαν εαυτούς σπουδαίους και τη γνώμη τους μοναδική. Αυταανακηρύχθηκαν «διαμορφωτές κοινής γνώμης» και ξεκίνησαν να γράφουν χωρίς να συνειδητοποιούν αφενός ότι η μάχη αυτή δεν έχει νικητές αφετέρου ότι η διαφορετική άποψη είναι ευκαιρία, όχι ανάθεμα.
Κανείς ποτέ δεν προχώρησε με μονομέρεια και παρωπίδες. Καμία άποψη δεν έχει το θέσφατο του απόλυτα σωστού. Και καμία αναφορά σε σπουδαίο άνδρα ή σπουδαία γυναίκα του παρελθόντος δεν υποκαθιστά την άγνοια ή την απολυτότητα του παρόντος. Κάπως έτσι οι σύγχρονες ήρωες του Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης χάνονται στην παγίδα των «Μου αρέσει». Και κάπως έτσι προσωπικά απομακρύνομαι από ανθρώπους που κάποτε επεδίωκα να διαβάσω τη γνώμη τους κι αρέσκομαι να διαβάσω με το χαμόγελο του πρακτικού ρεαλισμού το εξαιρετικό άρθρο «Καραφλιάζοντας με τα Σαμπουάν».